Αν
και ο Βιτσέντζος Κορνάρος δεν θα το φανταζόταν ποτέ, το επικολυρικό
ποίημά του, τρεις αιώνες μετά την πρώτη του έκδοση, δεν είναι εντελώς
άγνωστο σε μερικούς κατοίκους της γείτονος. Ο καθηγητής Χακί Μπιλγκεχάν –
γόνος Τουρκοκρητικών, ξεριζωμένων
από την Κρήτη μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης – πρόσφατα το μετέφρασε για
πρώτη φορά στη γλώσσα των συμπατριωτών του.
Με την κατάλληλη βέβαια υποστήριξη: το παρελθόν και τις αναμνήσεις του.
Διόλου παράξενο για κάποιον που γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1926, δύο χρόνια αφότου ο πατέρας και η μητέρα του, υπακούοντας στην ανταλλαγή πληθυσμών που όριζε η Συνθήκη της Λωζάννης, έκλεισαν για πάντα την πόρτα του υφασματοπωλείου τους στο Ηράκλειο Κρήτης. Στο πατρικό του οι γονείς του Μπιλγκεχάν συνέχισαν να μιλούν με τις λέξεις που έφεραν από τον τόπο όπου μεγάλωσαν.«Δηλαδή κρητικά, έτσι πρέπει να πούμε», διευκρινίζει σήμερα ο καθηγητής. «Αυτή είναι η μητρική μου γλώσσα. Μου την έμαθαν οι γονείς μου, οι άνθρωποι που επισκέπτονταν το σπίτι μας, που συζητούσαν και τραγουδούσαν μαντινάδες».
Εκείνες τις πρωτάκουσε στα παιδικά του απογεύματα, ανάμεσα σε διηγήσεις συγγενών που νοσταλγούσαν την Κρήτη, θυμόνταν τους έλληνες γείτονες «που ρωτούσαν την οικογένειά μου αν χρειάζεται κάτι», και βοηθούσαν πάντα όταν υπήρχαν προβλήματα. Ενας μεγαλύτερος σε ηλικία μακρινός συγγενής του μικρού Χακί ήξερε απέξω και εκείνο το μεγάλο ποίημα που αφηγούνταν τον έρωτα δύο νέων. Το τραγουδούσε συχνά. «Ολα αυτά μου άρεσαν πολύ», θυμάται ο Μπιλγκεχάν. «Και ύστερα έβαλα στον νου μου να μεταφράσω τον "Ερωτόκριτο" στα τουρκικά».
Ωσπου να πιάσει το μολύβι του, είχαν μεσολαβήσει όσα μεσολαβούν σε μια ολόκληρη ζωή. Οι γονείς του είχαν φτιάξει τη ζωή τους από την αρχή, ο Χακί είχε πάρει τον δρόμο της επιστήμης και είχε γίνει καθηγητής Μικροβιολογίας. Είχε παντρευτεί, είχε αποκτήσει μια κόρη, είχε ανακηρυχθεί πρύτανης στο Πανεπιστήμιο Ege της Σμύρνης. Στην Κρήτη πήγε για πρώτη φορά το 1987 κρατώντας σαν πυξίδα μια φωτογραφία του πατρικού μαγαζιού, την οποία είχε φυλάξει η οικογένειά του. Πίσω της ήταν γραμμένο ένα όνομα. «Πήγα και γύρεψα εκείνον τον άνθρωπο και τον ηύρηκα», λέει ο Μπιλγκεχάν με προφορά που μαρτυρεί διακριτικά την καταγωγή του. «Τον ερώτησα πού ήταν το σπίτι και το μαγαζί μας και με πήγε και μου το 'δειξε». Οταν το αντίκρισε; «Οταν το αντίκρισα», απαντά, «άρχισα να κλαίω».
Εως σήμερα, εξηγεί η Πεκίν (που επίσης κρατάει από τα Χανιά αλλά τα ελληνικά της δεν είναι τόσο δυνατά, τουλάχιστον όχι όσο η αγάπη της για την καταγωγή της), στον κύκλο εργασιών του ιδρύματος περιλαμβάνεται και η έρευνα της ιστορίας των ανταλλαγών, η μελέτη της κουλτούρας των προσφύγων, η ανάδειξη της ανάγκης διαφύλαξης των ελληνικών μνημείων της Τουρκίας ή των μουσουλμανικών της Ελλάδας, οι επισκέψεις σε πατρικά σπίτια, όπως είχε κάνει και ο Μπιλγκεχάν, ή η αναζήτηση Τουρκοκρητικών στα βάθη της Τουρκίας. Μάλλον σε κάποιες από τις τελευταίες ήταν που το ίδρυμα συνάντησε ανθρώπους που είχαν αποστηθίσει και τους 10.012 στίχους του «Ερωτόκριτου», όπως ο υπερήλικος Αλί Ουγούρελ. «Μας έδειξε και μια παλαιά έκδοση του ποιήματος που είχε φέρει μαζί του από την Κρήτη», λέει η Πεκίν. «Οχι μόνο γνώριζε ολόκληρο το ποίημα, αλλά στην απαγγελία υποδυόταν τον κάθε ρόλο».
Οταν λοιπόν ο Μπιλγκεχάν «έβαλε στον νου του» τη μετάφραση της έμμετρης μυθιστορίας του Κορνάρου, σχεδόν τριακόσια χρόνια μετά την πρώτη της έκδοση στη Βενετία, οι ψυχές των «παιδιών της ανταλλαγής» ήταν έτοιμες. «Ειδικά οι εγγονοί των Τουρκοκρητικών θέλουν να μαθαίνουν πράγματα από την Κρήτη. Ο,τι γραφτεί τρέχουν να το διαβάσουν αμέσως», λέει ο καθηγητής, ο οποίος στο μεταξύ είχε υπογράψει και το «Girit», ένα βιβλίο για την ιστορία και την κουλτούρα της Κρήτης.
Θεόφιλος στο εξώφυλλο
Στα χειρόγραφα του τελευταίου του πονήματος έβαλε τελεία έπειτα από έναν χρόνο και κάτι. Το Ιδρυμα Ανταλλαγέντων κόσμησε το εξώφυλλο της έκδοσης με τον πίνακα «Ερωτόκριτος και Αρετούσα» του Θεόφιλου. Σε όλη τη διάρκεια της μετάφρασης ο μεταφραστής είχε δίπλα του το λεξικό κρητικών ιδιωματισμών του Νίκου Γαρεφαλάκη. Η γλώσσα απόδοσης είναι η καθομιλουμένη τουρκική, στην οποία όμως ο Μπιλγκεχάν διατηρεί όσο είναι δυνατόν το δεκαπεντασύλλαβο μέτρο του πρωτοτύπου και την ομοιοκαταληξία. Και στη δεξιά πλευρά της σελίδας, σαν μικρός φόρος τιμής στην καταγωγή του έργου, βρίσκεται δίπλα από κάθε τουρκικό στίχο ο ελληνικός. Γραμμένος με λατινικούς χαρακτήρες, «ώστε να το διαβάζουν όλοι».
Εχει άραγε τη δύναμη να επηρεάσει θετικά τις σχέσεις ολόκληρων χωρών; «Φυσικά», θα απαντήσει η Μουφιντέ Πεκίν, «ακόμη και τα λογοτεχνικά έργα είναι συχνά ο μόνος τρόπος για να μάθουμε για την άλλη πλευρά, από την οποία ήρθαν οι γονείς μας και οι παππούδες μας». Στο ίδιο ερώτημα ο Μπιλγκεχάν θα πει ότι «αυτά είναι μάλλον θέματα των πολιτικών». Εκείνος έκανε ό,τι έπρεπε να κάνει. Ακουσε μικρός τους γονείς του να νοσταλγούν την πρώτη τους πατρίδα, την επισκέφθηκε αργότερα και ο ίδιος, μετέφρασε το διασημότερο ίσως ποίημά της, και σήμερα στο σπίτι του στη Σμύρνη, «όπου μαγειρεύονται κρητικά φαγητά, μάραθα και ασκολίμπροι», ακόμη και αν δεν έχει υπόψη του τις μελοποιήσεις του ποιήματος, μπορεί να αφιερωθεί στο πιο γλυκό κλισέ για μια ζωή σαν τη δική του: να ανοίγει τον «Ερωτόκριτο» στο αγαπημένο του απόσπασμα - εκεί όπου ο ήρωας σώζει μεταμφιεσμένος τη ζωή του πατέρα της Αρετούσας, ζητώντας την κατόπιν σε γάμο - και να το διαβάζει μία στα τουρκικά, μία στα κρητικά, ενώ τον ακούν γεμάτα θαυμασμό και απορίες τα δύο εγγονάκια του.
Αν χτυπήσει το τηλέφωνο στο σπίτι του Χακί
Μπιλγκεχάν στη Σμύρνη, σηκώσει εκείνος το ακουστικό και από την άλλη
άκρη της γραμμής ακουστεί η λέξη «καλησπέρα», ο συνταξιούχος καθηγητής
Μικροβιολογίας θα αποκριθεί ατάραχος. Θα απαντήσει θετικά στην πρόσκληση
για συζήτηση, όχι όμως και στην ερώτηση μήπως τον διευκολύνουν τα
αγγλικά. «Καλύτερα στα ελληνικά», θα επιμείνει με το ύφος του ανθρώπου
που την ίδια στιγμή γέρνει στην πλάτη της καρέκλας υπομονετικά. «Κάνω
κάτι λάθη», θα πει, «αλλά τα καταφέρνω».
Διόλου παράξενο για κάποιον που γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1926, δύο χρόνια αφότου ο πατέρας και η μητέρα του, υπακούοντας στην ανταλλαγή πληθυσμών που όριζε η Συνθήκη της Λωζάννης, έκλεισαν για πάντα την πόρτα του υφασματοπωλείου τους στο Ηράκλειο Κρήτης. Στο πατρικό του οι γονείς του Μπιλγκεχάν συνέχισαν να μιλούν με τις λέξεις που έφεραν από τον τόπο όπου μεγάλωσαν.«Δηλαδή κρητικά, έτσι πρέπει να πούμε», διευκρινίζει σήμερα ο καθηγητής. «Αυτή είναι η μητρική μου γλώσσα. Μου την έμαθαν οι γονείς μου, οι άνθρωποι που επισκέπτονταν το σπίτι μας, που συζητούσαν και τραγουδούσαν μαντινάδες».
Εκείνες τις πρωτάκουσε στα παιδικά του απογεύματα, ανάμεσα σε διηγήσεις συγγενών που νοσταλγούσαν την Κρήτη, θυμόνταν τους έλληνες γείτονες «που ρωτούσαν την οικογένειά μου αν χρειάζεται κάτι», και βοηθούσαν πάντα όταν υπήρχαν προβλήματα. Ενας μεγαλύτερος σε ηλικία μακρινός συγγενής του μικρού Χακί ήξερε απέξω και εκείνο το μεγάλο ποίημα που αφηγούνταν τον έρωτα δύο νέων. Το τραγουδούσε συχνά. «Ολα αυτά μου άρεσαν πολύ», θυμάται ο Μπιλγκεχάν. «Και ύστερα έβαλα στον νου μου να μεταφράσω τον "Ερωτόκριτο" στα τουρκικά».
Ωσπου να πιάσει το μολύβι του, είχαν μεσολαβήσει όσα μεσολαβούν σε μια ολόκληρη ζωή. Οι γονείς του είχαν φτιάξει τη ζωή τους από την αρχή, ο Χακί είχε πάρει τον δρόμο της επιστήμης και είχε γίνει καθηγητής Μικροβιολογίας. Είχε παντρευτεί, είχε αποκτήσει μια κόρη, είχε ανακηρυχθεί πρύτανης στο Πανεπιστήμιο Ege της Σμύρνης. Στην Κρήτη πήγε για πρώτη φορά το 1987 κρατώντας σαν πυξίδα μια φωτογραφία του πατρικού μαγαζιού, την οποία είχε φυλάξει η οικογένειά του. Πίσω της ήταν γραμμένο ένα όνομα. «Πήγα και γύρεψα εκείνον τον άνθρωπο και τον ηύρηκα», λέει ο Μπιλγκεχάν με προφορά που μαρτυρεί διακριτικά την καταγωγή του. «Τον ερώτησα πού ήταν το σπίτι και το μαγαζί μας και με πήγε και μου το 'δειξε». Οταν το αντίκρισε; «Οταν το αντίκρισα», απαντά, «άρχισα να κλαίω».
Μεταφραστικός σεισμός
Στην Τουρκία είναι αρκετοί εκείνοι που μοιράζονται το παρελθόν του.
Το 2000 μερικοί από αυτούς, εμπνεόμενοι από την καταγωγή τους και με
στόχο την «κοινωνική και πολιτισμική αλληλεγγύη προς τους Τούρκους αλλά
και όσο γίνεται προς τους έλληνες πρόσφυγες», σύστησαν το Ιδρυμα
Ανταλλαγέντων Λωζάννης, που σήμερα αναλαμβάνει την έκδοση του
μεταφραστικού εγχειρήματος του Μπιλγκεχάν. Αφορμή για τη θεμελίωση του
ιδρύματος, εξηγεί η αντιπρόεδρος και υπεύθυνη των εκδόσεών του Μουφιντέ
Πεκίν, ήταν οι σεισμοί του 1999 που χτύπησαν και τις δύο χώρες: «Οι δυο
λαοί υπήρξαν πολύ φιλικοί τότε. Βοηθούσαν ο ένας τον άλλον, αφήνοντας
τις όποιες έχθρες στην άκρη. Σκεφτήκαμε ότι έπειτα από αυτό κάτι έπρεπε
να γίνει».
Εως σήμερα, εξηγεί η Πεκίν (που επίσης κρατάει από τα Χανιά αλλά τα ελληνικά της δεν είναι τόσο δυνατά, τουλάχιστον όχι όσο η αγάπη της για την καταγωγή της), στον κύκλο εργασιών του ιδρύματος περιλαμβάνεται και η έρευνα της ιστορίας των ανταλλαγών, η μελέτη της κουλτούρας των προσφύγων, η ανάδειξη της ανάγκης διαφύλαξης των ελληνικών μνημείων της Τουρκίας ή των μουσουλμανικών της Ελλάδας, οι επισκέψεις σε πατρικά σπίτια, όπως είχε κάνει και ο Μπιλγκεχάν, ή η αναζήτηση Τουρκοκρητικών στα βάθη της Τουρκίας. Μάλλον σε κάποιες από τις τελευταίες ήταν που το ίδρυμα συνάντησε ανθρώπους που είχαν αποστηθίσει και τους 10.012 στίχους του «Ερωτόκριτου», όπως ο υπερήλικος Αλί Ουγούρελ. «Μας έδειξε και μια παλαιά έκδοση του ποιήματος που είχε φέρει μαζί του από την Κρήτη», λέει η Πεκίν. «Οχι μόνο γνώριζε ολόκληρο το ποίημα, αλλά στην απαγγελία υποδυόταν τον κάθε ρόλο».
Οταν λοιπόν ο Μπιλγκεχάν «έβαλε στον νου του» τη μετάφραση της έμμετρης μυθιστορίας του Κορνάρου, σχεδόν τριακόσια χρόνια μετά την πρώτη της έκδοση στη Βενετία, οι ψυχές των «παιδιών της ανταλλαγής» ήταν έτοιμες. «Ειδικά οι εγγονοί των Τουρκοκρητικών θέλουν να μαθαίνουν πράγματα από την Κρήτη. Ο,τι γραφτεί τρέχουν να το διαβάσουν αμέσως», λέει ο καθηγητής, ο οποίος στο μεταξύ είχε υπογράψει και το «Girit», ένα βιβλίο για την ιστορία και την κουλτούρα της Κρήτης.
Θεόφιλος στο εξώφυλλο
Στα χειρόγραφα του τελευταίου του πονήματος έβαλε τελεία έπειτα από έναν χρόνο και κάτι. Το Ιδρυμα Ανταλλαγέντων κόσμησε το εξώφυλλο της έκδοσης με τον πίνακα «Ερωτόκριτος και Αρετούσα» του Θεόφιλου. Σε όλη τη διάρκεια της μετάφρασης ο μεταφραστής είχε δίπλα του το λεξικό κρητικών ιδιωματισμών του Νίκου Γαρεφαλάκη. Η γλώσσα απόδοσης είναι η καθομιλουμένη τουρκική, στην οποία όμως ο Μπιλγκεχάν διατηρεί όσο είναι δυνατόν το δεκαπεντασύλλαβο μέτρο του πρωτοτύπου και την ομοιοκαταληξία. Και στη δεξιά πλευρά της σελίδας, σαν μικρός φόρος τιμής στην καταγωγή του έργου, βρίσκεται δίπλα από κάθε τουρκικό στίχο ο ελληνικός. Γραμμένος με λατινικούς χαρακτήρες, «ώστε να το διαβάζουν όλοι».
Επειτα από όλα αυτά, από τον κόσμο του «Ερωτόκριτου» μοιάζει να αναδύεται ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο.
Εχοντας (βάσει υποθέσεων) ως πρότυπο μια δημοφιλή μεσαιωνική γαλλική μυθιστορία του 15ου αιώνα, το έργο συντέθηκε από τον Βιτσέντζο Κορνάρο, έναν Κρητικό ενετικής καταγωγής, μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες και πλέον είναι γνωστό, σύμφωνα με τη Μουφιντέ Πεκίν, «σε όλη τη Μεσόγειο, σχεδόν όπως η "Οδύσσεια"». Για να εντοπίσεις στο τηλέφωνο τον τελευταίο μεταφραστή του, πρέπει πρώτα να επικοινωνήσεις με ένα ίδρυμα του οποίου ο γραμματέας θα συστηθεί ως «Σεφέρ Γκιουβένς - όπως λέμε "Γιώργος Σεφέρης"». Πρόκειται τελικά για ένα ποίημα που ζει ανά τους αιώνες και ταξιδεύει μέσα στους λαούς; «Νομίζω ότι έτσι πρέπει να το περιγράψουμε», θα πει ο Χακί Μπιλγκεχάν.
Εχοντας (βάσει υποθέσεων) ως πρότυπο μια δημοφιλή μεσαιωνική γαλλική μυθιστορία του 15ου αιώνα, το έργο συντέθηκε από τον Βιτσέντζο Κορνάρο, έναν Κρητικό ενετικής καταγωγής, μεταφράστηκε σε αρκετές γλώσσες και πλέον είναι γνωστό, σύμφωνα με τη Μουφιντέ Πεκίν, «σε όλη τη Μεσόγειο, σχεδόν όπως η "Οδύσσεια"». Για να εντοπίσεις στο τηλέφωνο τον τελευταίο μεταφραστή του, πρέπει πρώτα να επικοινωνήσεις με ένα ίδρυμα του οποίου ο γραμματέας θα συστηθεί ως «Σεφέρ Γκιουβένς - όπως λέμε "Γιώργος Σεφέρης"». Πρόκειται τελικά για ένα ποίημα που ζει ανά τους αιώνες και ταξιδεύει μέσα στους λαούς; «Νομίζω ότι έτσι πρέπει να το περιγράψουμε», θα πει ο Χακί Μπιλγκεχάν.
Εχει άραγε τη δύναμη να επηρεάσει θετικά τις σχέσεις ολόκληρων χωρών; «Φυσικά», θα απαντήσει η Μουφιντέ Πεκίν, «ακόμη και τα λογοτεχνικά έργα είναι συχνά ο μόνος τρόπος για να μάθουμε για την άλλη πλευρά, από την οποία ήρθαν οι γονείς μας και οι παππούδες μας». Στο ίδιο ερώτημα ο Μπιλγκεχάν θα πει ότι «αυτά είναι μάλλον θέματα των πολιτικών». Εκείνος έκανε ό,τι έπρεπε να κάνει. Ακουσε μικρός τους γονείς του να νοσταλγούν την πρώτη τους πατρίδα, την επισκέφθηκε αργότερα και ο ίδιος, μετέφρασε το διασημότερο ίσως ποίημά της, και σήμερα στο σπίτι του στη Σμύρνη, «όπου μαγειρεύονται κρητικά φαγητά, μάραθα και ασκολίμπροι», ακόμη και αν δεν έχει υπόψη του τις μελοποιήσεις του ποιήματος, μπορεί να αφιερωθεί στο πιο γλυκό κλισέ για μια ζωή σαν τη δική του: να ανοίγει τον «Ερωτόκριτο» στο αγαπημένο του απόσπασμα - εκεί όπου ο ήρωας σώζει μεταμφιεσμένος τη ζωή του πατέρα της Αρετούσας, ζητώντας την κατόπιν σε γάμο - και να το διαβάζει μία στα τουρκικά, μία στα κρητικά, ενώ τον ακούν γεμάτα θαυμασμό και απορίες τα δύο εγγονάκια του.
Πηγή: www.tanea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου